ΛΕΣΒΟΣ
Η Λέσβος είναι ελληνικό νησί στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Είναι το τρίτο σε μέγεθος ελληνικό νησί μετά την Κρήτη και την Εύβοια, με έκταση 1.636 τ.χλμ. και ακτογραμμή 371 χλμ. Το νησί έχει πληθυσμό 85.330 κατοίκους, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011. Διοικητικά ανήκει στην Περιφερειακή Ενότητα Λέσβου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Βρίσκεται απέναντι από τις Τουρκικές ακτές. Έχει δύο κόλπους. Ο μεγαλύτερος είναι της Καλλονής και ο μικρότερος της Γέρας. Η πόλη της Μυτιλήνης (απ΄ όπου η άλλη κοινή ονομασία του νησιού), βρίσκεται κτισμένη στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού και επάνω σε επτά λόφους. Ως σύγχρονη πόλη και διοικητικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο πληθυσμού 27.871 κατοίκων αποτελεί την έδρα του νησιού, του Πανεπιστημίου Αιγαίου, της Περιφερειακής Ενότητας Λέσβου και της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, καθώς και του Υπουργείου Αιγαίου. Σημαντικές κωμοπόλεις του νησιού είναι η Αγία Παρασκευή με 2.268 κατοίκους, η Αγιάσος με 2.498, η Καλλονή με 1.732, ο Πολιχνίτος με 2.763 και το Πλωμάρι με 3.377. Η Λέσβος θεωρείται πατρίδα του ούζου, λόγω της εκτεταμένης ενασχόλησης των κατοίκων με την ποτοποιία. Αρκετές γνωστές μάρκες ούζου προέρχονται απ' το νησί. Επίσης το νησί φημίζεται για τις σαρδέλες Καλλονής (παπαλίνα), το ελαιόλαδο, αλλά και τα τυροκομικά προϊόντα. Το Σεπτέμβριο του 2012 ολόκληρο το νησί της Λέσβου εντάχθηκε στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO.
Νεότερη ιστορία
Η Λέσβος απελευθερώθηκε από τους Τούρκους τις 8 Νοεμβρίου 1912 από το στόλο του ναύαρχου Κουντουριώτη και η πλήρης ενσωμάτωσή της με την Ελλάδα έγινε το 1914. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο νησί εγκαθίστανται μονάδες του Αγγλογαλλικού στόλου με εγκαταστάσεις (Λουτρά, Κόλπος Καλλονής, Θερμή κ.α.). Το Μάιο του 1915 το νησί επισκέφτηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και μετά πάλι με την Επαναστατική Κυβέρνηση το 1916. Το 1918 η Μεραρχία Αρχιπελάγους πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο (Μάχη του Σκρα). Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 καταφεύγουν στη Λέσβο πολλές οικογένειες Μικρασιατών. Μετέπειτα κατά τα έτη 1923-24 με την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε, η Λέσβος δέχεται ανταλλάξιμους Έλληνες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ενώ ο εναπομείναντας πληθυσμός Τούρκων φεύγει. Για την στέγαση των προσφύγων χτίστηκαν στα χωριά οι συνοικισμοί. Η αποκοπή της Λέσβου από τα μικρασιατικά παράλια επέφερε μια σημαντική μείωση στην βιομηχανική παραγωγή του νησιού, αφού η οικονομία του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτά ως κύρια αγορά των προϊόντων που παρήγαγε. Από την άλλη, οι πρόσφυγες προσέφεραν φτηνά εργατικά χέρια και βοήθησαν στην ανάπτυξη νέων καλλιεργειών.
Το 1928 στο νησί ζούσαν 137.160 κάτοικοι. Στον Ελληνοϊταλικό, Ελληνογερμανικό και Εμφύλιο Πόλεμο το νησί (1940-1949) δίνει το φόρο αίματος και υφίσταται τις οικονομικές επιπτώσεις. Το νησί κατέλαβε ο γερμανικός στρατός το 1941. Η κατοχή κράτησε ως το 1944. Στη νεότερη ιστορία, η οικονομία του στηρίζεται στο λάδι και στα προϊόντα του, στην κτηνοτροφία και στη βυρσοδεψία, αν και η απόσταση του νησιού από το οικονομικό κέντρο της Ελλάδας τη περίοδο 1950-1970 έδρασε ως τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Την ίδια περίοδο έγιναν προσπάθειες απεξάρτησης από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η οποία είχε ασταθή παραγωγή και οδήγησε στην εγκατάλειψη του νησιού από τους κατοίκους του. Τη δεκαετία του 1980 αναπτύσσεται η τουριστική βιομηχανία, η οποία σήμερα είναι ένας από τους κύριους τομείς εισοδήματος του νησιού, μαζί με τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων. Λόγω της μικρής απόστασης του νησιού από τα τουρκικά παράλια, περίπου 10 χιλιόμετρα, η Λέσβος δέχεται μεγάλο αριθμό προσφύγων, και αποτελεί ενδιάμεσο πέρασμα των προσφύγων προς την Αθήνα και μετά προς την υπόλοιπη Ευρώπη. Οι μετανάστες αρχικά κρατούνταν σε μια εγκαταλελλείμενη φυλακή, και στη συνέχεια σε ένα παλιό εργοστάσιο στην Παγανή, χωρητικότητας μέχρι 160 άτομα αν και συχνά κρατούνταν μέχρι 1.000, όπου λόγω των κακών συνθηκών κράτησης η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μέχρι που έκλεισε το 2009. Μετά το κλείσιμο των περασμάτων στον Έβρο, οι ροές μεταναστών προς τη Λέσβο επανήλθαν, και ο δήμος παραχώρησε για την κράτηση των μεταναστών τη κατασκήνωση του ΠΙΚΠΑ.
Το 2015 παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση του αριθμού των μεταναστών προς την Ευρώπη και δημιουργήθηκαν κέντρα υποδοχής στη Μόρια και στο Καρά Τεπέ. Σύμφωνα με στοιχεία της αρμοστείας του ΟΗΕ για τη μετανάστευση, από τους 770.838 μετανάστες που είχαν εισέλθει στην Ευρώπη από τον Ιανουάριο μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου του 2015, οι 379.000 (πάνω από 45%) είχαν περάσει από τη Λέσβο. Από το 1966 ξεκίνησαν οι προσπάθειες για την προστασία του απολιθωμένου δάσους της Λέσβου. Η ευρύτερη περιοχή που βρίσκεται το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου, έκτασης 150.000 στρεμμάτων, απέκτησε το καθεστώς διατηρητέου μνημείο με το προεδρικό διάταγμα 443/85, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 160, που εκδόθηκε τις 19 Σεπτεμβρίου 1985. Από το 2000, το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, ιδρυθέν το 1994, είναι ιδρυτικό μέλος του δικτύου Ευρωπαϊκών Γεωπάρκων και το 2004 εντάχθηκε στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO. Το Νοέμβριο του 2011, ο Δήμος Λέσβου κατέθεσε φάκελο στην UNESCO, με σκοπό όλο το νησί να ενταχθεί στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων αυτής. Την 21η Σεπτεμβρίου του 2012, η UNESCO ενέταξε τη Λέσβο στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων, έπειτα από απόφαση που λήφθηκε στο Οπόρτο. Την επιτροπή αξιολόγησης απάρτιζαν ο δόκτωρ Ζ. Μαρτινί, διευθυντής γεωπάρκου στις γαλλικές Άλπεις και ο δόκτωρ Α. Σίλερ, διευθυντής γεωπάρκου στο Φούλκαν Άιφελτης Γερμανίας.
Αξιοθέατα
- Απολιθωμένο δάσος της Λέσβου
- Kάστρο Μολύβου
- Κάστρο της Μυτιλήνης
- Κάστρο Σιγρίου
- Αρχαίος Ναός της Κλοπεδής
- Ρωμαϊκό υδραγωγείο στη Μόρια
- Μουσείο Προσφυγικής Μνήμης 1922, στη Σκάλα Λουτρών
- Μνημείο Μικρασιάτισσας Μάνας, στην Επάνω Σκάλα Μυτιλήνης